«Η βιωσιμότητα ή όχι αυτής της ακραίας ανισότητας εξαρτάται
όχι μόνο από την αποτελεσματικότητα του καταπιεστικού μη-χανισμού, αλλά, επίσης,
και ίσως πρωτί-στως, από την αποτελεσματικότητα του μηχανισμού αιτιολόγησής της.
Εάν οι ανισότητες αντιμετωπιστούν ως δικαιολογημένες, ας πούμε επειδή φαίνεται
να είναι συνέπεια μιας επιλογής των πλουσίων να εργάζονται πιο σκληρά ή πιο
αποτελεσματικά από τους φτωχούς, ή επειδή εμποδίζοντας τους πλούσιους να
κερδίζουν περισσότερα θα βλάψει αναπόφευκτα τα πιο φτωχά μέλη της κοινωνίας,
τότε είναι εντελώς πιθανό η συγκέντρωση του εισοδήματος να πετύχει νέα ιστορικά
ρεκόρ.»
Εάν, δηλαδή, ο κόσμος συνεχίσει να τρώει το παραμύθι, η
κατάσταση θα γίνει ακόμα πιο τραγική. Ο Τομά Πικετί γράφει χωρίς περιστροφές
για τον «καταπιεστικό μηχανισμό» και το «μηχανισμό αιτιολόγησης». Επειδή αυτά
στη Δύση δεν είναι αυτονόητα, έχει σημασία....
ότι διατυπώνονται από ένα πολύ διάσημο πλέον οικονομολόγο, ο οποίος με το μπεστσέλερ βιβλίο του Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα διατάραξε τους πολιτικούς, οικονομικούς, ακαδημαϊκούς και δημοσιογραφικούς κύκλους της Αμερικής και της Ευρώπης. Η υπερσυγκέντρωση του κεφαλαίου και οι κοινωνικές ανισότητες που μεγαλώνουν αλματωδώς τα τελευταία τριάντα χρόνια, φέρνοντας τον αναπτυγμένο κόσμο πολύ πίσω, στην προ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου εποχή, ακόμα και στην προ της Γαλλικής Επανάστασης εποχή, προϋποθέτουν και επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές όχι μόνο στην οικονομική δομή των χωρών, αλλά και στο πολιτικό τους σύστημα, και στη θέση τους στον παγκόσμιο καταμερισμό εξουσίας. Αλλαγές που εάν συνεχιστούν ανεμπόδιστα, οδηγούν την ανθρωπότητα σε καταστάσεις που είναι πιο κοντά στα μαύρα χρόνια του Μεσαίωνα, όλο και πιο μακριά από τον μεταπολεμικό κόσμο στον οποίο αναπτύχθηκε η αστική δημοκρατία, η σχετική ανεξαρτησία των εθνών-κρατών, το εκτεταμένο κοινωνικό κράτος και η τάση για περιορισμό των διακρίσεων ανάμεσα στις τάξεις.
ότι διατυπώνονται από ένα πολύ διάσημο πλέον οικονομολόγο, ο οποίος με το μπεστσέλερ βιβλίο του Το Κεφάλαιο στον 21ο αιώνα διατάραξε τους πολιτικούς, οικονομικούς, ακαδημαϊκούς και δημοσιογραφικούς κύκλους της Αμερικής και της Ευρώπης. Η υπερσυγκέντρωση του κεφαλαίου και οι κοινωνικές ανισότητες που μεγαλώνουν αλματωδώς τα τελευταία τριάντα χρόνια, φέρνοντας τον αναπτυγμένο κόσμο πολύ πίσω, στην προ του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου εποχή, ακόμα και στην προ της Γαλλικής Επανάστασης εποχή, προϋποθέτουν και επιβάλλουν θεμελιώδεις αλλαγές όχι μόνο στην οικονομική δομή των χωρών, αλλά και στο πολιτικό τους σύστημα, και στη θέση τους στον παγκόσμιο καταμερισμό εξουσίας. Αλλαγές που εάν συνεχιστούν ανεμπόδιστα, οδηγούν την ανθρωπότητα σε καταστάσεις που είναι πιο κοντά στα μαύρα χρόνια του Μεσαίωνα, όλο και πιο μακριά από τον μεταπολεμικό κόσμο στον οποίο αναπτύχθηκε η αστική δημοκρατία, η σχετική ανεξαρτησία των εθνών-κρατών, το εκτεταμένο κοινωνικό κράτος και η τάση για περιορισμό των διακρίσεων ανάμεσα στις τάξεις.
Για να επιτευχθούν αυτές οι οπισθοδρομικές αλλαγές σε βάρος
των λαών και των χωρών, εντείνεται η βία, εντείνεται και η παραπλάνηση. Αλλά
και η βία, για να γίνεται ανεκτή ή αποδεκτή καλύπτεται από ένα πέπλο
παραπλάνησης. Έτσι, συνολικά, η ληστρική επιδρομή σε βάρος μιας χώρας, η
συρρίκνωση της δημοκρατίας, η κατάλυση της ανεξαρτησίας της και η βία που
χρησιμοποιείται για την επίτευξή τους, περιβάλλονται από ένα πυκνό πέπλο
παραπληροφόρησης, παραπλάνησης και, το κυριότερο, δικαιολόγησής τους.
Γι’ αυτό συχνά αναρωτιόμαστε, πώς είναι δυνατόν, ενώ
συμβαίνουν τόσο τρομακτικά πράγματα στην αναπτυγμένη Δύση, που έχει το
υψηλότερο επίπεδο αλφαβητισμού στον κόσμο, τις πιο αναπτυγμένες τεχνολογίες
ενημέρωσης και επικοινωνίας, την πιο πλούσια ανθρωπιστική εμπειρία και τη
μέγιστη ευημερία στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι κοινωνίες να μένουν
παθητικοί αποδέκτες και, ακόμα χειρότερα, να συναινούν σε πράξεις βαρβαρότητας
που στρέφονται όχι μόνο εναντίον τρίτων, αλλά και εναντίον του εαυτού τους ή να
επιζητούν τη βαρβαρότητα του πολέμου και του φασισμού σαν λύση.
Η αστυνομική βία είναι πανταχού παρούσα, επικεντρωμένη στην
καταστολή των διεκδικητικών κινητοποιήσεων, των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας και της
αντίστασης στις πολιτικές που καταστρέφουν τη φύση, εκποιούν τα περιουσιακά
στοιχεία των πιο αδύναμων χωρών, φτωχαίνουν τους εργαζόμενους, διαλύουν τους
κοινωνικούς ιστούς. Αλλά η άμεση κρατική βία δεν επαρκεί για την καταστολή. Για
να επιτευχθεί η άμβλυνση των αντιδράσεων της κοινωνίας στα μέτρα φτωχοποίησης
και υποδούλωσής της, χρησιμοποιείται ένας πολυσύνθετος μηχανισμός, ένα
ελεγχόμενο και καθοδηγούμενο πολύπλοκο πλέγμα πληροφοριών, ιδεών, αναλύσεων,
ερμηνειών και οδηγιών που έντεχνα αλλοιώνουν τα κριτήρια με τα οποία οι πολίτες
αξιολογούν αυτά που συμβαίνουν και αυτά που υφίστανται.
Οι Έλληνες είναι
τεμπέληδες
Οι εμπνευστές της επιβολής των Μνημονίων στην Ελλάδα, για να
παραπλανήσουν τους πολίτες και να εξασφαλίσουν τη συναίνεσή τους, διέδωσαν μετ’
επιτάσεως την «εκτίμηση» ότι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες και ότι ζουν σπάταλα
σε βάρος των Γερμανών και των άλλων κεντροΕυρωπαίων. Δεν έχει σημασία που αυτή
η «πληροφορία» διαψεύδεται από όλα τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, της ΕΕ κ.λπ., που
αποδείχνουν ότι οι Έλληνες δουλεύουν περισσότερες ώρες τη βδομάδα απ’ όλους
τους Ευρωπαίους, έχοντας τους χαμηλότερους μισθούς, τις μικρότερες συντάξεις
και τις χειρότερες κοινωνικές παροχές. Ο μηχανισμός ελέγχει την ενημέρωση και
επιβάλλει τη δική του «αλήθεια». Όπως την επιβάλλει για να πειστεί η κοινωνία
ότι είναι καλό να βομβαρδιστεί και να διαμελιστεί η Λιβύη ή να ανατραπεί από
νεοφασιστικές ομάδες κρούσης ο νόμιμα εκλεγμένος πρόεδρος της Ουκρανίας. Το
βλέπουμε διαρκώς στην Παλαιστίνη. Τα αμερικάνικα κανάλια, ακόμα και το
«αντικειμενικό» BBC, προπαγανδίζουν ότι απειλείται το Ισραήλ από τους Παλαιστίνιους
και δεν αναφέρουν καθόλου ότι το Ισραήλ έριξε εκατοντάδες τόνους βομβών μέσα σε
δύο μέρες στην πυκνοκατοικημένη και αποκλεισμένη από παντού λωρίδα της Γάζας
κατεδαφίζοντας εκατοντάδες κτήρια και υποδομές, και σκοτώνοντας και
ακρωτηριάζοντας δεκάδες γυναίκες και παιδιά, σαν τα αντίποινα των ναζί. Ο
δυτικός πολίτης καμαρώνει για την ποιότητα της ενημέρωσης που νομίζει ότι έχει,
ενώ καταναλώνει τυφλά τις αντεστραμμένες εικόνες της πραγματικότητας.
Το ίδιο ισχύει για όσα συμβαίνουν μέσα στην Ελλάδα. Όλες οι
αρνητικές πράξεις χαρακτηρίζονται με όρους θετικούς και δημιουργικούς.
Αναδιάρθρωση, εκσυγχρονισμός, ανάπλαση, απελευθέρωση, ανάπτυξη, εξυγίανση κ.λπ.
για να θολώσουν την πραγματικότητα η οποία θα περιγραφόταν σωστά λέγοντας
διάλυση, ξεπούλημα, αποδιάρθρωση, απολύσεις, ανεργία, φτωχοποίηση, καταστροφή,
υποτίμηση, υποτέλεια κ.λπ.
Το σύστημα δουλεύει. Η διαστρέβλωση της πραγματικότητας και
η οικονομική, πολιτική και ηθική νομιμοποίηση του έργου της καταστροφής είναι
επεξεργασμένα από κυβερνητικές υπηρεσίες, διεθνείς οργανισμούς (Παγκόσμια
Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κ.ά.), δεξαμενές σκέψεις, μη κυβερνητικές
οργανώσεις, εταιρίες επικοινωνίας και μάρκετινγκ, πανεπιστημιακές σχολές,
θρησκευτικές οργανώσεις, δημοσιογραφικά συγκροτήματα και ιστότοπους, αλλά και
από στρατιές διανοουμένων που εργάζονται στην υπηρεσία δικαιολόγησης της
βαρβαρότητας, της εκμετάλλευσης και της καθυπόταξης της χώρας στους
πλιατσικολόγους. Παλιά στέλνανε τους ιεραπόστολους για να διαβρώσουν τις
τοπικές κοινωνίες και να αμβλύνουν ή να εξουδετερώσουν τις αντιδράσεις για την
επερχόμενη κατοχή και λεηλασία. Τώρα, χρησιμοποιούν ένα πολύ πιο πολύπλοκο και
αποτελεσματικό δίκτυο χειραγώγησης των λαών.
Το ζούμε καθημερινά. Η σαλαμοποίηση των μέτρων συνοδεύεται
από τη σαλαμοποίηση της κοινής γνώμης. Σήμερα, τα μέτρα σε βάρος των
φαρμακοποιών με οργανωμένη καμπάνια καθοδήγησης των υπόλοιπων κοινωνικών ομάδων
εναντίον τους. Αύριο, τα μέτρα σε βάρος των ταξιτζήδων και των φορτηγατζήδων με
αντίστοιχη καμπάνια. Μεθαύριο, σε βάρος των δημοσίων υπαλλήλων. Αντιμεθαύριο,
σε βάρος των γιατρών, των νοσοκόμων, των δασκάλων κ.ο.κ. Κάθε φορά, ένα
σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας πείθεται και συναινεί στη λήψη επιλεκτικών
μέτρων σε βάρος των άλλων. Αυτή η συναίνεση ή έστω ανοχή, που είναι αποτέλεσμα της
επιτυχούς δικαιολόγησης των μέτρων, ρίχνοντας κατά κανόνα την ευθύνη στις
ομάδες των εργαζομένων, επιτρέπει ή διευκολύνει την εξουσία να κατακερματίσει
και να ξεχαρβαλώσει κομμάτι-κομμάτι ολόκληρη την κοινωνία.
Σε μια τηλεοπτική εκπομπή, σε τοπικό αθηναϊκό κανάλι, ο
συντονιστής της συζήτησης μου είπε «σιγά να μην θέλουν να αγοράσουν τα σπίτια
στην Κυψέλη και τα Σεπόλια, οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί», όταν υποστήριξα ότι
υπάρχει σχέδιο για την πτώση των τιμών στις ιδιοκτησίες. Ενώ είναι και ο ίδιος
στο «κόκκινο» με το στεγαστικό του δάνειο, δεν μπορεί να δει καθαρά την εικόνα.
Ασφαλώς και δεν ενδιαφέρονται οι «επενδυτές» να αγοράσουν σπίτια στις λαϊκές
συνοικίες. Αλλά η πτώση των τιμών των ακινήτων στα Χανιά, τη Λευκάδα, τη
Χαλκιδική, την Κω, τη Φιλοθέη ή το Φάληρο, δεν γίνεται να πέσουν επιλεκτικά,
τοπικά, μόνο σε ορισμένες περιοχές υψηλής ζήτησης που τους ενδιαφέρουν. Για να
πέσουν στην Κρήτη, τη Ρόδο ή τη Γλυφάδα, πρέπει να πέσουν συνολικά σε όλη τη
χώρα. Να απαξιωθεί η ακίνητη περιουσία όλων, δημόσια και ιδιωτική, παντού,
καθολικά, προκειμένου να πέσουν οι τιμές των φιλέτων, είτε πρόκειται για
διαμερίσματα, καταστήματα, βίλες, ξενοδοχεία, εργοστάσια, δίκτυα και υποδομές
είτε πρόκειται για δάση και παραλίες. Και τα μεν φιλέτα θα αγοραστούν πολύ
φτηνά από τους ενδιαφερόμενους, τα δε διαμερισματάκια και τα μαγαζάκια στον
Κολωνό και το Περιστέρι, θα μείνουν στα αζήτητα, χωρίς αξία, σαν παράπλευρες
απώλειες του μεγάλου ξεπουλήματος. Όπως συμβαίνει με τα μεγάλα αλιευτικά των
πολυεθνικών που, σαρώνοντας τα πελάγη με τα δίχτυα τους, επιλέγουν τα ψάρια με
εμπορική αξία και πετούν τα υπόλοιπα, την πλειονότητα, ψόφια στη θάλασσα.
Όταν, λοιπόν, είναι δύσκολο να καταλάβει πώς λειτουργεί το
σύστημα ένας επαγγελματίας δημοσιογράφος, θύμα του πλιάτσικου ο ίδιος,
καταλαβαίνει κανείς πόσο πιο δύσκολο είναι να το καταλάβει ένας
παραπληροφορημένος πολίτης. Η «λογική» του μηχανισμού ακούγεται πολύ λογική.
Να σπάσει η κρούστα
Και για τη μεταβολή του στάτους της χώρας, από ανεξάρτητη σε
υποτελή, χρησιμοποιούνται αντίστοιχες καμπάνιες δικαιολόγησης, με παραλλαγές
κατά περίπτωση. Η υπογραφή συμφωνιών για την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων
παρουσιάζεται ως ενσωμάτωση στην ΕΕ, το ξεπούλημα ως επένδυση, ο επαχθής
δανεισμός ως έξοδος στις αγορές, η καταστροφή δασών και πάρκων και η οικοδόμηση
των αιγιαλών, η παραχώρηση στους ξένους των τομέων της ενέργειας και των
επικοινωνιών, των λιμανιών και των αεροδρομίων σαν αναπτυξιακό μέτρο, οι
μαζικές απολύσεις εργαζομένων σαν αναδόμηση των υπηρεσιών, η καταστροφή των
εμπορικών δικτύων με το κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων καταστημάτων σαν
εξορθολογισμός του εμπορίου, η αποδόμηση ολόκληρων κλάδων της οικονομίας σαν
απελευθέρωση επαγγελμάτων κ.λπ., κ.λπ.
Όλα αυτά, τα οποία συντείνουν στη μεταφορά του δημόσιου και
ιδιωτικού πλούτου από τους πολλούς στους ελάχιστους, στη φτωχοποίηση τεράστιων
στρωμάτων της κοινωνίας, στη μείωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, στην
υποβάθμιση της παιδείας, της υγείας και της επιστημονικής έρευνας, στη
μετανάστευση των νέων, στον εκφασισμό και τη συρρίκνωση της αστικής
δημοκρατίας, δικαιολογούνται από ένα καλοστημένο και υψηλού διεθνούς επιπέδου
μηχανισμό. Έτσι, εξασφαλίζοντας με τη βία και την παραπλάνηση, συνδυαστικά, την
κοινωνική ανοχή και συναίνεση, απονευρώνουν μεγάλο αριθμό πολιτών, καταστέλλουν
τη φυσική αντίδραση και εφαρμόζουν πάνω στο αναισθητοποιημένο σώμα της
κοινωνίας τις πολιτικές τους. Η αστυνομική βία σε συνδυασμό με την εξαγορά και
χρήση των ειδικών της επικοινωνίας και η διανοητική παραπλάνηση και εξουθένωση
της πλειονότητας των πολιτών, αποτελούν τα απαραίτητα μέσα όχι μόνο για τη
λεηλασία της χώρας, αλλά και για την αφαίρεση της ανεξαρτησίας της. Έχει,
λοιπόν, δίκιο ο Τομά Πικετί, όταν επισημαίνει ότι εάν η επιτυχής δικαιολόγηση
των ανισοτήτων που μαστίζουν τις κοινωνίες συνεχιστεί, οι ανισότητες θα φτάσουν
σε ακόμα πιο ακραία επίπεδα και η διολίσθηση στην ολιγαρχική διακυβέρνηση θα
επιταχυνθεί, κάνοντας τους πλούσιους του 0,1% πλουσιότερους, τους λαούς
φτωχότερους, τις χώρες υποχείρια των ολίγων και τη δημοκρατία άδεια φούσκα.
Γι’ αυτό, για την Αριστερά, ο αγώνας δεν μπορεί να είναι
μονοδιάστατος. Για να νικήσει, πρέπει, πέρα από την καταγγελία των πολιτικών
λιτότητας και υποτέλειας, να βρει τους τρόπους και τα μέσα που είναι
αποτελεσματικά για να αντιστρέψει την παραπληροφόρηση και να ξεσκεπάσει τη
δικαιολόγηση της λεηλασίας και της βαρβαρότητας. Όσο χάνει σ’ αυτά τα μέτωπα,
τόσο δυσκολότερα θα κερδίζει σημεία στην προσπάθεια για ευαισθητοποίηση και
συνειδητοποίηση των πολιτών, άνευ των οποίων καμία ανατροπή δεν μπορεί να
επέλθει. Γιατί, αυτοί κάνουν παιχνίδι στα μυαλά των ανθρώπων. Όσο ο μηχανισμός
διαστρέβλωσης, παραπλάνησης και δικαιολόγησης θα μπορεί να συντηρεί μία
αδιαπέραστη κρούστα γύρω από τα αξιολογικά κριτήρια της κοινωνίας και όσο, σαν
συνέπεια, ένας πολύ μεγάλος αριθμός πολιτών που ενώ πλήττεται από τις πολιτικές
της εξουσίας, θα πείθεται από τους μηχανισμούς δικαιολόγησης ότι όλα γίνονται
εξ ανάγκης και αποσκοπούν στο καλό της κοινωνίας, ο αντιπολιτευτικός μας λόγος
θα σταματάει πάνω σε ένα αδιαπέραστο τοίχο.
Εάν η Αριστερά δεν μπορέσει να σπάσει αυτή την κρούστα και
να ενημερώσει σωστά την κοινωνία, να της αλλάξει τα μυαλά, που λέει ο λόγος, ο
πόλεμος δεν κερδίζεται.
από το «e-dromos.gr»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου