Και
φτάσαμε σε μια ακόμη ανθρωποκτονία οργανωμένη από την εγκληματική
συμμορία της Χρυσής Αυγής για να ομολογήσουν οι πάντες την
επικινδυνότητα του ναζιστικού μορφώματος.
Όλους τους προηγούμενους μήνες οι αρλουμπαρίες έδιναν κι έπαιρναν: «Πρώτο αυθεντικό κίνημα μετά τη μεταπολίτευση», έλεγε ο ένας, «να καταδικάσουμε εξίσου τη βία του ΣΥΡΙΖΑ», μας ζητούσε ο άλλος. Και το κερασάκι στην τούρτα ανήκει σε εκείνον τον ανεκδιήγητο του ΣΚΑΪ, ο οποίος λίγα εικοσιτετράωρα πριν το φονικό καλούσε τα αιμοσταγή τάγματα εφόδου να «σοβαρευτούν» ώστε να έχουν πιθανότητες να μετάσχουν σε ένα μελλοντικό κυβερνητικό σχήμα. Για να συμπληρώσει με νόημα ότι «ο εθνικισμός δεν είναι κακό πράγμα».
Και το ναζιστικό μόρφωμα εισάκουσε τις εκκλήσεις του και «σοβαρεύτηκε», στέλνοντας τους πληρωμένους φονιάδες του για να διαπράξουν ίσως το πιο ειδεχθές έγκλημα στην ιστορία της οργάνωσης: τη στυγερή δολοφονία του 34χρονου Παύλου Φύσσα, πρώην μεταλλεργάτη, καλλιτέχνη της ραπ, μα πάνω απ” όλα αγωνιστή και ενεργού αντιφασίστα.
Δεν είναι η πρώτη δολοφονία που διαπράττεται με φυσικό ή ηθικό αυτουργό τη ναζιστική συμμορία. Αν έβλεπε κάποιος εκτός ελληνικής πραγματικότητας την όψιμη ευαισθητοποίηση του μεγαλύτερου μέρους των μίντια απέναντι στην εγκληματική της δράση, θα πίστευε ότι το χρυσό αβγό του φιδιού έπεσε ξαφνικά από τον ουρανό. Σαν να μην έχει ταυτιστεί η υπερτριακονταετής δράση της με εκατοντάδες περιστατικά βίας, τραμπουκισμών και μαχαιρωμάτων από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα.
Τα ξημερώματα της 17ης Γενάρη 2013 ένας άλλος βιοπαλαιστής συμπολίτης μας, ο 27χρονος Σαχτζάτ Λουκμάν, έπεσε νεκρός στα Πετράλωνα από τις θανάσιμες μαχαιριές δυο ρατσιστών που επέβαιναν σε μηχανές. Οι δολοφόνοι συνελήφθησαν και ο ένας εξ αυτών επιβεβαιώθηκε ότι είχε στενή πολιτική σχέση με τη Χ.Α.
Όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, κυρίως μετά τα πογκρόμ του Μαΐου 2011 οι ρατσιστικές επιθέσεις είχαν ενταθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε μόνο σε λίγους μήνες να έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 800 περιστατικά ρατσιστικής βίας. Όσα βεβαίως τόλμησαν τα θύματά τους να καταγγείλουν. Μέσα σε αυτό το όργιο μίσους, υπήρξαν και περιπτώσεις που κατέληξαν σε δολοφονίες, για τις οποίες όμως δεν διάθετουμε αποδείξεις ότι σχετίζονται με τη δράση της χιτλερικής συμμορίας, αφού ποτέ δεν εξιχνιάστηκαν, παρά μόνον ενδείξεις.
Το κοινό στοιχείο όλων των παραπάνω εγκληματικών και δολοφονικών πράξεων είναι ότι τα θύματα των νεοναζί δεν υπήρξαν «ημεδαποί» αλλά «αλλοδαποί». Επομένως ποιος νοιάζεται για φτωχοδιαβόλους, οι οποίοι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας είναι «παρείσακτοι» και «λαθρομετανάστες», επομένως για τον μέσο ελληναρά υπολείπονται της ανθρώπινης ιδιότητας;
Έπρεπε να σφαχτεί ένας νέος «ντόπιος» συνάνθρωπός μας και να ποτιστεί η γη με «αίμα ελληνικό» (μια ανατριχιαστική ομολογουμένως εικόνα για το ευαίσθητο στομάχι κάθε εθνικοπαράφρονα) για να συνειδητοποιήσει ο μέσος ψηφοφόρος της συμμορίας ότι τα δολοφονικά χτυπήματα των ταγμάτων εφόδου δεν προορίζονται αποκλειστικά για «μιαρούς αλλοδαπούς υπανθρώπους».
Στη θέση του αδικοσκοτωμένου Παύλου Φύσσα θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται ο ιστορικός Δημήτρης Κουσουρής όταν, 15 χρόνια πριν, ως φοιτητής τότε, είχε δεχτεί τη δολοφονική επίθεση της χρυσαυγίτικης φάλαγγας θανάτου έξω από τα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων
Η στυγερή δολοφονία του Παύλου δεν ήταν μια ακραία ενέργεια κάποιου θερμόαιμου οπαδού της Χ.Α., ούτε μια κακιά στιγμή στη δράση της κοστουμαρισμένης συμμορίας. Ήταν μια προαναγγελθείσα πράξη στα πλαίσια της επιχείρησης «ξεβρώμισμα του τόπου» από εκείνους που οι μαχαιροβγάλτες και τα αφεντικά τους έχουν στοχοποιήσει ως «περιττούς» και «παρείσακτους».
Όπως ο Χίτλερ είχε προειδοποιήσει την ανθρωπότητα για τους σκοπούς του μέσα από το «Μάιν Καμπφ» μια εικοσαετία πριν το αδιανόητο έγκλημα εναντίον της, έτσι και τα τάγματα εφόδου της Χ.Α. μας έχουν ποικιλοτρόπως προειδοποιήσει για την εφαρμογή της δολοφονικής ατζέντας τους. Το ότι όλοι ξαφνικά μεταμορφώθηκαν σε Βελουχιώτηδες, δεν τους παρέχει κανένα συγχωροχάρτι για την πρότερη αδιαφορία τους να αντιμετωπίσουν το καρκίνωμα.
Μόλις η είδηση του φονικού στο Κερατσίνι διαπέρασε σαν ηλεκτροσόκ ολόκληρη την κοινωνία, οι βουλευτές της Χ.Α. έσπευσαν να χύσουν τα κροκοδείλια δάκρυά τους, να αποστασιοποιηθούν από τον εντολοδόχο μαχαιροβγάλτη τους (φτάνοντας στο εξωφρενικό σημείο να μην τον αναγνωρίζουν καν ή ακόμα και να τον χαρίζουν στην Αριστερά!) και να μοιράζουν μηνύσεις σε όσους τολμούν να μιλούν για το προφανές! Όμως σε ανύποπτες στιγμές στο πρόσφατο παρελθόν οι χρυσαυγίτες είχαν εξαγγείλει αυτή τη δολοφονία. Για κάθε δολοφονική ενέργεια που έχει τη σφραγίδα της Χ.Α. κάθε ένα από τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης φέρει ακέραια την ευθύνη και την ηθική αυτουργία.
Δεν θα παραθέσουμε εδώ τις χιλιάδες απειλές κατά ζωής και σωματικής ακεραιότητας που εκφέρονται καθημερινά από μέλη και οπαδούς της ναζιστικής συμμορίας στο χώρο του διαδικτύου ενάντια σε όσους διαφωνούν με τις πρακτικές τους. Μια τέτοια παράθεση θα ήταν χρονοβόρα και εύλογα θα ισχυρίζονταν κάποιοι ότι ένα κόμμα δεν ευθύνεται για οτιδήποτε γράφεται από τον καθένα στο ίντερνετ εν ονόματί του.
Θα αρκεστούμε μόνο σε δηλώσεις των ηγετικών στελεχών της συμμορίας που ουσιαστικά νομιμοποιούν στις συνειδήσεις των αφιονισμένων οπαδών τους τη δολοφονία ως καθαγιασμένο μέσο για την επιβολή της ιδεοληψίας τους. Όπως τη δήλωση του φύρερ, ο οποίος τις παραμονές των Ευρωεκλογών του 2009 προειδοποιούσε ότι όταν θα γίνουν δυνατοί θα είναι ανελέητοι και δεν θα διστάσουν να λερώσουν τα χέρια τους. Ή εκείνο το ναζιστικό παραλήρημα τον Αύγουστο του ’12 όπου προανήγγειλε αιματοχυσίες στους δρόμους από τα τάγματα εφόδου του.
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Κασιδιάρης «υποσχόταν νεκρούς» (αυτή τη φράση χρησιμοποίησε) στον επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων, ο οποίος αναγκάστηκε να ματαιώσει το χρυσαυγίτικο σόου στα Χανιά εξαιτίας δυναμικής αντιφασιστικής κινητοποίησης.
Κατά διαβολική σύμπτωση, προαναγγελία θανάτου είχαν κάνει και άλλα ηγετικά στελέχη της συμμορίας, λίγους μήνες πριν τη δολοφονική επίθεση κατά του Δημήτρη Κουσουρή, τον Ιούνη του 1998. Είχε γράψει τότε ο πρώην φαλαγγάρχης της Χ.Α. «Περίανδρος» Ανδρουτσόπουλος:
Ο Φανατισμός είναι σπουδαίο συναίσθημα. Σε τονώνει όταν όλα δείχνουν χαμένα. Μα και σε σπρώχνει στην απληστία της δημιουργίας πολλαπλών χτυπημάτων στον αντίπαλο, εκμηδενίζοντας τον οίκτο, όταν εκείνος ικετεύει τάχα ηττημένος. […] Ο Φανατισμός χαρίζει υπομονή, επιμονή και λύσσα για την εκδίκηση, προσμονή της ημέρας που θα τιμωρήσουμε τους εχθρούς της πατρίδας μας και της φυλής μας. […] Είμαστε εθνικιστές και συνωμότες. Είμαστε γεμάτοι Φανατισμό που θα χαράξουμε με σπαθί και πένα, και θα διαχύσουμε με μελάνι και αίμα.
Με λιγότερο… ποιητική διάθεση είχε απευθυνθεί στους αντιπάλους της συμμορίας του και ο Γιώργος «Μάστορας» Μισιάκας, στο φύλλο της εφημερίδας «Χρυσή Αυγή» της 25/7/1997:
Είναι καιρός να αντιληφθείτε ότι οι δρόμοι μάς ανήκουν πλέον ολοκληρωτικά, χωρίς κανένα ίχνος παραχώρησης. Μπορείτε να αλλάξετε μυαλά και να πορευθείτε στον δρόμο μας, τον δρόμο της Φύσης, της Δύναμης και της Ανθρώπινης Ιστορίας. Κάντε το, ειδάλλως εξαφανιστείτε από μπροστά μας γιατί ΕΜΕΙΣ, οι Δυνατοί, θα σας λιώσουμε σαν τα σκουλήκια.
Και προέτρεπε ευθέως τους νεολαίους του:
Τσακίστε με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, ό,τι κι αν χρειαστεί, τον κάθε βλάκα που θα τολμήσει να αμφισβητήσει εσάς και τις Ιδέες σας. Κάντε τους να μετανιώσουν για τις επιλογές τους….
Θα μπορούσαμε να εκλάβουμε αυτές τις απειλές σαν ψευτομαγκιές, σαν αυτές που ανταλλάσσονται εν θερμώ μεταξύ οπαδών αθλητικών ομάδων ή μεταξύ ράπερ; Η μέχρι τώρα εμπειρία δεν μας επιτρέπει τέτοιους εφησυχασμούς.
Ξέρουμε πολύ καλά ότι οι ναζιστές είναι εξπέρ στο ψέμα, την εξαπάτηση και τη διαστρέβλωση. Όμως όταν ακούς ναζιστή να μιλάει για «αίμα», να είσαι σίγουρος ότι σοβαρολογεί. Όταν ο ναζιστής υπόσχεται ότι θα λερώσει τα χέρια του, δεν το λέει αλληγορικά. Το εννοεί.
Σε τι αποσκοπούν τελικά τα μαχαιρώματα και οι δολοφονίες; Με μια πρώτη ματιά, στην επιβολή της ναζιστικής εξουσίας μέσω της τρομοκρατίας. Όμως ο μοναδικός μακροπρόθεσμος λόγος για να επιβληθεί η ναζιστική εξουσία είναι προκειμένου να καταφέρει αυτές τις δολοφονίες να τις επιβάλει σε μεγαλύτερη κλίμακα και να τις μαζικοποιήσει. Οι φόνοι δεν είναι απλά ένας από τους πολλούς τρόπους για την αυτοκρατορία του τρόμου που οραματίζεται η Χρυσή Αυγή, αλλά ο αυτοσκοπός. Ή, όπως πολύ σωστά έγραψε ο Ιός: «Η βία, το αίμα και η δολοφονία δεν είναι το πολιτικό μέσο για τα ναζιστικά κινήματα. Είναι το ίδιο το πολιτικό τους μήνυμα.»
Ας γίνει αυτό το φονικό η σταγόνα στο ξεχειλισμένο ποτήρι, ώστε το αίμα του αδικοσκοτωμένου αντιφασίστα Παύλου Φύσσα να είναι το τελευταίο που χύθηκε από την αδίστακτη αυτή συμμορία δολοφόνων.
Όλους τους προηγούμενους μήνες οι αρλουμπαρίες έδιναν κι έπαιρναν: «Πρώτο αυθεντικό κίνημα μετά τη μεταπολίτευση», έλεγε ο ένας, «να καταδικάσουμε εξίσου τη βία του ΣΥΡΙΖΑ», μας ζητούσε ο άλλος. Και το κερασάκι στην τούρτα ανήκει σε εκείνον τον ανεκδιήγητο του ΣΚΑΪ, ο οποίος λίγα εικοσιτετράωρα πριν το φονικό καλούσε τα αιμοσταγή τάγματα εφόδου να «σοβαρευτούν» ώστε να έχουν πιθανότητες να μετάσχουν σε ένα μελλοντικό κυβερνητικό σχήμα. Για να συμπληρώσει με νόημα ότι «ο εθνικισμός δεν είναι κακό πράγμα».
Και το ναζιστικό μόρφωμα εισάκουσε τις εκκλήσεις του και «σοβαρεύτηκε», στέλνοντας τους πληρωμένους φονιάδες του για να διαπράξουν ίσως το πιο ειδεχθές έγκλημα στην ιστορία της οργάνωσης: τη στυγερή δολοφονία του 34χρονου Παύλου Φύσσα, πρώην μεταλλεργάτη, καλλιτέχνη της ραπ, μα πάνω απ” όλα αγωνιστή και ενεργού αντιφασίστα.
Δεν είναι η πρώτη δολοφονία που διαπράττεται με φυσικό ή ηθικό αυτουργό τη ναζιστική συμμορία. Αν έβλεπε κάποιος εκτός ελληνικής πραγματικότητας την όψιμη ευαισθητοποίηση του μεγαλύτερου μέρους των μίντια απέναντι στην εγκληματική της δράση, θα πίστευε ότι το χρυσό αβγό του φιδιού έπεσε ξαφνικά από τον ουρανό. Σαν να μην έχει ταυτιστεί η υπερτριακονταετής δράση της με εκατοντάδες περιστατικά βίας, τραμπουκισμών και μαχαιρωμάτων από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα.
Τα ξημερώματα της 17ης Γενάρη 2013 ένας άλλος βιοπαλαιστής συμπολίτης μας, ο 27χρονος Σαχτζάτ Λουκμάν, έπεσε νεκρός στα Πετράλωνα από τις θανάσιμες μαχαιριές δυο ρατσιστών που επέβαιναν σε μηχανές. Οι δολοφόνοι συνελήφθησαν και ο ένας εξ αυτών επιβεβαιώθηκε ότι είχε στενή πολιτική σχέση με τη Χ.Α.
Όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα, κυρίως μετά τα πογκρόμ του Μαΐου 2011 οι ρατσιστικές επιθέσεις είχαν ενταθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε μόνο σε λίγους μήνες να έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 800 περιστατικά ρατσιστικής βίας. Όσα βεβαίως τόλμησαν τα θύματά τους να καταγγείλουν. Μέσα σε αυτό το όργιο μίσους, υπήρξαν και περιπτώσεις που κατέληξαν σε δολοφονίες, για τις οποίες όμως δεν διάθετουμε αποδείξεις ότι σχετίζονται με τη δράση της χιτλερικής συμμορίας, αφού ποτέ δεν εξιχνιάστηκαν, παρά μόνον ενδείξεις.
Το κοινό στοιχείο όλων των παραπάνω εγκληματικών και δολοφονικών πράξεων είναι ότι τα θύματα των νεοναζί δεν υπήρξαν «ημεδαποί» αλλά «αλλοδαποί». Επομένως ποιος νοιάζεται για φτωχοδιαβόλους, οι οποίοι για ένα διόλου ευκαταφρόνητο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας είναι «παρείσακτοι» και «λαθρομετανάστες», επομένως για τον μέσο ελληναρά υπολείπονται της ανθρώπινης ιδιότητας;
Έπρεπε να σφαχτεί ένας νέος «ντόπιος» συνάνθρωπός μας και να ποτιστεί η γη με «αίμα ελληνικό» (μια ανατριχιαστική ομολογουμένως εικόνα για το ευαίσθητο στομάχι κάθε εθνικοπαράφρονα) για να συνειδητοποιήσει ο μέσος ψηφοφόρος της συμμορίας ότι τα δολοφονικά χτυπήματα των ταγμάτων εφόδου δεν προορίζονται αποκλειστικά για «μιαρούς αλλοδαπούς υπανθρώπους».
Στη θέση του αδικοσκοτωμένου Παύλου Φύσσα θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται ο ιστορικός Δημήτρης Κουσουρής όταν, 15 χρόνια πριν, ως φοιτητής τότε, είχε δεχτεί τη δολοφονική επίθεση της χρυσαυγίτικης φάλαγγας θανάτου έξω από τα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων
Η στυγερή δολοφονία του Παύλου δεν ήταν μια ακραία ενέργεια κάποιου θερμόαιμου οπαδού της Χ.Α., ούτε μια κακιά στιγμή στη δράση της κοστουμαρισμένης συμμορίας. Ήταν μια προαναγγελθείσα πράξη στα πλαίσια της επιχείρησης «ξεβρώμισμα του τόπου» από εκείνους που οι μαχαιροβγάλτες και τα αφεντικά τους έχουν στοχοποιήσει ως «περιττούς» και «παρείσακτους».
Όπως ο Χίτλερ είχε προειδοποιήσει την ανθρωπότητα για τους σκοπούς του μέσα από το «Μάιν Καμπφ» μια εικοσαετία πριν το αδιανόητο έγκλημα εναντίον της, έτσι και τα τάγματα εφόδου της Χ.Α. μας έχουν ποικιλοτρόπως προειδοποιήσει για την εφαρμογή της δολοφονικής ατζέντας τους. Το ότι όλοι ξαφνικά μεταμορφώθηκαν σε Βελουχιώτηδες, δεν τους παρέχει κανένα συγχωροχάρτι για την πρότερη αδιαφορία τους να αντιμετωπίσουν το καρκίνωμα.
Μόλις η είδηση του φονικού στο Κερατσίνι διαπέρασε σαν ηλεκτροσόκ ολόκληρη την κοινωνία, οι βουλευτές της Χ.Α. έσπευσαν να χύσουν τα κροκοδείλια δάκρυά τους, να αποστασιοποιηθούν από τον εντολοδόχο μαχαιροβγάλτη τους (φτάνοντας στο εξωφρενικό σημείο να μην τον αναγνωρίζουν καν ή ακόμα και να τον χαρίζουν στην Αριστερά!) και να μοιράζουν μηνύσεις σε όσους τολμούν να μιλούν για το προφανές! Όμως σε ανύποπτες στιγμές στο πρόσφατο παρελθόν οι χρυσαυγίτες είχαν εξαγγείλει αυτή τη δολοφονία. Για κάθε δολοφονική ενέργεια που έχει τη σφραγίδα της Χ.Α. κάθε ένα από τα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης φέρει ακέραια την ευθύνη και την ηθική αυτουργία.
Δεν θα παραθέσουμε εδώ τις χιλιάδες απειλές κατά ζωής και σωματικής ακεραιότητας που εκφέρονται καθημερινά από μέλη και οπαδούς της ναζιστικής συμμορίας στο χώρο του διαδικτύου ενάντια σε όσους διαφωνούν με τις πρακτικές τους. Μια τέτοια παράθεση θα ήταν χρονοβόρα και εύλογα θα ισχυρίζονταν κάποιοι ότι ένα κόμμα δεν ευθύνεται για οτιδήποτε γράφεται από τον καθένα στο ίντερνετ εν ονόματί του.
Θα αρκεστούμε μόνο σε δηλώσεις των ηγετικών στελεχών της συμμορίας που ουσιαστικά νομιμοποιούν στις συνειδήσεις των αφιονισμένων οπαδών τους τη δολοφονία ως καθαγιασμένο μέσο για την επιβολή της ιδεοληψίας τους. Όπως τη δήλωση του φύρερ, ο οποίος τις παραμονές των Ευρωεκλογών του 2009 προειδοποιούσε ότι όταν θα γίνουν δυνατοί θα είναι ανελέητοι και δεν θα διστάσουν να λερώσουν τα χέρια τους. Ή εκείνο το ναζιστικό παραλήρημα τον Αύγουστο του ’12 όπου προανήγγειλε αιματοχυσίες στους δρόμους από τα τάγματα εφόδου του.
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Κασιδιάρης «υποσχόταν νεκρούς» (αυτή τη φράση χρησιμοποίησε) στον επικεφαλής των αστυνομικών δυνάμεων, ο οποίος αναγκάστηκε να ματαιώσει το χρυσαυγίτικο σόου στα Χανιά εξαιτίας δυναμικής αντιφασιστικής κινητοποίησης.
Κατά διαβολική σύμπτωση, προαναγγελία θανάτου είχαν κάνει και άλλα ηγετικά στελέχη της συμμορίας, λίγους μήνες πριν τη δολοφονική επίθεση κατά του Δημήτρη Κουσουρή, τον Ιούνη του 1998. Είχε γράψει τότε ο πρώην φαλαγγάρχης της Χ.Α. «Περίανδρος» Ανδρουτσόπουλος:
Ο Φανατισμός είναι σπουδαίο συναίσθημα. Σε τονώνει όταν όλα δείχνουν χαμένα. Μα και σε σπρώχνει στην απληστία της δημιουργίας πολλαπλών χτυπημάτων στον αντίπαλο, εκμηδενίζοντας τον οίκτο, όταν εκείνος ικετεύει τάχα ηττημένος. […] Ο Φανατισμός χαρίζει υπομονή, επιμονή και λύσσα για την εκδίκηση, προσμονή της ημέρας που θα τιμωρήσουμε τους εχθρούς της πατρίδας μας και της φυλής μας. […] Είμαστε εθνικιστές και συνωμότες. Είμαστε γεμάτοι Φανατισμό που θα χαράξουμε με σπαθί και πένα, και θα διαχύσουμε με μελάνι και αίμα.
Με λιγότερο… ποιητική διάθεση είχε απευθυνθεί στους αντιπάλους της συμμορίας του και ο Γιώργος «Μάστορας» Μισιάκας, στο φύλλο της εφημερίδας «Χρυσή Αυγή» της 25/7/1997:
Είναι καιρός να αντιληφθείτε ότι οι δρόμοι μάς ανήκουν πλέον ολοκληρωτικά, χωρίς κανένα ίχνος παραχώρησης. Μπορείτε να αλλάξετε μυαλά και να πορευθείτε στον δρόμο μας, τον δρόμο της Φύσης, της Δύναμης και της Ανθρώπινης Ιστορίας. Κάντε το, ειδάλλως εξαφανιστείτε από μπροστά μας γιατί ΕΜΕΙΣ, οι Δυνατοί, θα σας λιώσουμε σαν τα σκουλήκια.
Και προέτρεπε ευθέως τους νεολαίους του:
Τσακίστε με οποιοδήποτε τρόπο και μέσο, ό,τι κι αν χρειαστεί, τον κάθε βλάκα που θα τολμήσει να αμφισβητήσει εσάς και τις Ιδέες σας. Κάντε τους να μετανιώσουν για τις επιλογές τους….
Θα μπορούσαμε να εκλάβουμε αυτές τις απειλές σαν ψευτομαγκιές, σαν αυτές που ανταλλάσσονται εν θερμώ μεταξύ οπαδών αθλητικών ομάδων ή μεταξύ ράπερ; Η μέχρι τώρα εμπειρία δεν μας επιτρέπει τέτοιους εφησυχασμούς.
Ξέρουμε πολύ καλά ότι οι ναζιστές είναι εξπέρ στο ψέμα, την εξαπάτηση και τη διαστρέβλωση. Όμως όταν ακούς ναζιστή να μιλάει για «αίμα», να είσαι σίγουρος ότι σοβαρολογεί. Όταν ο ναζιστής υπόσχεται ότι θα λερώσει τα χέρια του, δεν το λέει αλληγορικά. Το εννοεί.
Σε τι αποσκοπούν τελικά τα μαχαιρώματα και οι δολοφονίες; Με μια πρώτη ματιά, στην επιβολή της ναζιστικής εξουσίας μέσω της τρομοκρατίας. Όμως ο μοναδικός μακροπρόθεσμος λόγος για να επιβληθεί η ναζιστική εξουσία είναι προκειμένου να καταφέρει αυτές τις δολοφονίες να τις επιβάλει σε μεγαλύτερη κλίμακα και να τις μαζικοποιήσει. Οι φόνοι δεν είναι απλά ένας από τους πολλούς τρόπους για την αυτοκρατορία του τρόμου που οραματίζεται η Χρυσή Αυγή, αλλά ο αυτοσκοπός. Ή, όπως πολύ σωστά έγραψε ο Ιός: «Η βία, το αίμα και η δολοφονία δεν είναι το πολιτικό μέσο για τα ναζιστικά κινήματα. Είναι το ίδιο το πολιτικό τους μήνυμα.»
Ας γίνει αυτό το φονικό η σταγόνα στο ξεχειλισμένο ποτήρι, ώστε το αίμα του αδικοσκοτωμένου αντιφασίστα Παύλου Φύσσα να είναι το τελευταίο που χύθηκε από την αδίστακτη αυτή συμμορία δολοφόνων.
πολύ σωστά έγραψε ο Ιός: «Η βία, το αίμα και η δολοφονία δεν είναι το πολιτικό μέσο για τα ναζιστικά κινήματα. Είναι το ίδιο το πολιτικό τους μήνυμα.»
ΑπάντησηΔιαγραφή